[ad_1]
Ο Ράιαν Χάροου σκοράρει. Ο Ράιαν Χάροου πασάρει. Ο Ράιαν Χάροου τα βάζει … με όλη την αντίπαλη άμυνα. Και το Περιστέρι ξαναβρίσκει ένα ήρωα από την Αμερική!
Όσοι αγαπούν το μπάσκετ, χάρηκαν ιδιαίτερα που ξαναείδαν τους “πρίγκιπες” στην Α1. Μια ομάδα που συνδέθηκε με την έκρηξη του ελληνικού μπάσκετ και τα είχε όλα:
-
Παίκτες από τα τμήματα υποδομής, προϊόντα της παραγωγικής διαδικασίας που στο Περιστέρι για αρκετά χρόνια δούλεψε σε φουλ ρυθμούς
-
Ένα γήπεδο ιδανικό για τη δυναμική της ομάδας, ίσως και μοναδικό στο είδος του στην Ελλάδα για τη δημιουργία σπουδαίας ατμόσφαιρας (όσοι το έχουν ζήσει ασφυκτικά γεμάτο, ξέρουν τι εννοώ)
-
Εμβληματικούς παράγοντες όπως ο αείμνηστος Δ.Παπαχατζής, αλλά και ο Φίλιππος Γκότσης που συνεχίζει να προσφέρει στο σύλλογο
-
Και μια παράδοση, να επιλέγει καλούς ξένους παίκτες, ορισμένοι εκ των οποίων ήταν κορυφαίοι σε ολόκληρη την Ευρώπη
Το Περιστέρι έχει φτιάξει ολόκληρη σχολή φέρνοντας παίκτες που τους θυμόμαστε έναν-έναν. Ακόμη κι εκείνους που μπορεί να τους επέλεξε άλλη ομάδα, οι “κυανοκίτρινοι” είχαν τον τρόπο να τους πάνε ένα επίπεδο πιο πάνω. Όπως καλή ώρα τον Ράιαν Χάροου.
Ένα κολεγιόπαιδο κάνει θραύση
Η αρχή έγινε το 1989. Τότε, που το Περιστέρι έναντι 40.000 δολαρίων, έφερε στην Αθήνα ένα κολεγιόπαιδο. Το όνομά του δεν έλεγε τίποτε στο ευρύ κοινό, ωστόσο ο κόσμος του Περιστερίου λάτρεψε τον Γκρεγκ Τσερτς, που τότε ήταν μόλις 22 ετών και είχε αποφοιτήσει από το κολέγιο του Μιζούρι. Ένας θαυμάσιος πάουερ-φόργουντ, μπροστά από την εποχή του, που διάλεξε ο Σπύρος Φώσκολος και έπεσε … μέσα. Ο Τσερτς “έδεσε” με τη νεανική ομάδα του Περιστερίου (Κορωνιός, Κασουρίδης, Γρυλιωνάκης, Τσαγκόπουλος, Μυλωνάς, Τζιάλλας και βέβαια ο αείμνηστος Νίκος Φάσουρας)και με το “καλημέρα” έδειξε τι μπορεί να κάνει. Κόντρα στον ισχυρότατο ΠΑΟΚ της εποχής είχε σημειώσει 24 πόντους και μετά τη λήξη του πρωταθλήματος όπου το Περιστέρι κατάφερε να παραμείνει στην κατηγορία (στο πρωτάθλημα των 12 ομάδων, πήρε την 9η θέση), ο Τσερτς είχε μ.ο 26.5π και 10.8 ριμπάουντ. Ήταν 5ος σκόρερ πίσω από Γκάλη (Άρης), Ινγκραμ (Ηρακλής), Γίαργουντ (Απόλλων Πατρών) και Έντγκαρ Τζόουνς (Παναθηναϊκός).
Ο Τσερτς κέρδισε με το σπαθί του το νέο του συμβόλαιο και πρωταγωνίστησε την επόμενη χρονιά όπου το Περιστέρι έφτασε μέχρι την 6η θέση κάνοντας μεγάλες νίκες και παίρνοντας το εισιτήριο για το Κύπελλο Κόρατς.
Με μ.ο 26.2 πόντους και 12.5 ριμπάουντ, ο Τσερτς ήταν ένας από τους κορυφαίος ξένους του πρωταθλήματος, στην ομάδα-θαύμα του Περιστερίου, που είχε για προπονητή τον Κώστα Πετρόπουλο. Αξέχαστο ματς το Περιστέρι-ΑΕΚ 101-99, με τον Τσερτς να πετυχαίνει ένα απίθανο μπάζερ-μπίτερ δυο δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη. Πάρτε μια ιδέα από το συγκλονιστικό ματς, με τις γκάφες της ΑΕΚ, το ρεσιτάλ των Κορωνιού-Παταβούκα και το τελευταίο καλάθι του Τσερτς.
Σπουδαίο τεσσάρι με καλό σουτ, έφεση στα ριμπάουντ, έξοχος αμυντικός και με προσόν το παιχνίδι χωρίς μπάλα, ο Τσερτς συνέχισε την καριέρα του στην Ελλάδα, αλλά ο τραυματισμός του στο παιχνίδι των προκριματικών με την αυστριακή Κλοστένεμπουργκ του στοίχισε ακριβά. Έχασε σχεδόν ολόκληρη την χρονιά και ουσιαστικά δεν επανήλθε ποτέ. Ναι μεν έμεινε στο Περιστέρι και για τρίτο χρόνο, ήταν όμως σαφώς επηρεασμένος, απόδειξη ότι σταμάτησε το μπάσκετ. Ήταν μόλις 25 ετών. Γύρισε στην Αμερική, για να ασχοληθεί με τα οικονομικά, αλλά στο Περιστέρι θυμούνται ακόμη τον εξαιρετικό παίκτη που έκανε θραύση μέσα στα καλάθια. Καμιά φορά … και μακριά απ’ αυτά…
Νόρις, the atomic dog!
Η παράδοση που ξεκίνησε ο Τσερτς συνεχίστηκε για το Περιστέρι, που προτιμούσε παίκτες-λαχεία, από μεγάλα ονόματα. Την περίοδο 1993-94, η ομάδα άλλαξε τακτική και τη φανέλα της φόρεσε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα που έπαιξαν μπάσκετ, όχι στην Ελλάδα, αλλά στην Ευρώπη ολόκληρη. Ο Όντι Νόρις, μπορεί να ήταν 33 ετών, είχε όμως τον σεβασμό όλων των αντιπάλων του καθώς το … έλεγε η καρδιά του (όχι όμως και τα πόδια του) O atomic dog δεν κόστισε, βέβαια, 40 χιλιάρικα όπως ο Τσερτς. Για να τον αποκτήσει το Περιστέρι του πρόσφερε 800.000 για δυο χρόνια, ποσό αρκετά μεγάλο για την εποχή. Για να πραγματοποιηθεί μάλιστα, εγγυήθηκε στο οικονομικό μέρος ο Παναγιώτης Νίκας, χορηγός του Περιστερίου. Τα υπόλοιπα φρόντισε ο ατζέντης Γκας Πολίτης, που είχε προτείνει τον παίκτη.
Έτσι, λοιπόν, ο μεγάλος αντίπαλος του Άρη με την Μπαρτσελόνα αλλά και μέγας θαυμαστής του Γκάλη (γι αυτό και τον πρώτο του γιο τον ονόμασε Νίκο) ήρθε στην Ελλάδα. Έπαιξε τελικά ένα χρόνο, προσφέροντας μερικές απολαυστικές στιγμές. Τον πρόδωσαν τα γόνατά του, ωστόσο, κι έτσι σταμάτησε το μπάσκετ. Με το Περιστέρι είχε 16.4π και 9.8 ριμπάουντ και ορισμένα καρφώματα όπως αυτό:
-
Την ίδια χρονιά, το Περιστέρι παίρνει ένα γεροδεμένο πάουερ-φοργουορντ που μαζί με το Νόρις δημιούργησαν ένα σπουδαίο δίδυμο μέσα στη ρακέτα. Το όνομά του Λανς Μπέργουολντ και σήμα κατατεθέν η μεγάλη του μύτη. Ο … μυταράς σέντερ, όμως, ήξερε καντάρια μπάσκετ, έβαζε το τεράστιο κορμί του πάντα στην κατάλληλη θέση και λίγες φορές έχανε προσωπική μονομαχία. Το Περιστέρι τον αλίευσε από την Ισπανία στην οποία αγωνίστηκε πέντε χρόνια. Ο Μπέργουολντ τελείωσε το πρωτάθλημα με 16.6 π και 10.3 ρ.
Δίδυμο-δυναμίτης
Και κάπου εκεί το Περιστέρι αρχίζει και διαλέγει παίκτες, οι οποίοι έχουν παίξει στην Ελλάδα. Σε ορισμένους απογειώνει την καριέρα και ένας … θα απογειώσει γενικώς την ομάδα με τις απίθανες πτήσεις.
Ο Μάρλον Μάξεϊ είναι μια τέτοια περίπτωση. Πρώτη επιλογή της Λάρισας τη σεζόν 1995-96, γίνεται πιο ώριμος με τους “πρίγκιπες της Δυτικής Όχθης” που έχουν περάσει πλέον στην εποχή Κορωνιού, Γιάριτς και Γκούροβιτς. Παρέα με τον Μέλβιν Τσίτσουμ συγκροτούν ένα δίδυμο πολύ υψηλών προδιαγραφών και έχει μ.ο 15π και 9.6ρ. Πολύ εντυπωσιακός, ξεχωρίζει για το πάθος και την αθλητικότητά του, η οποία έφτασε μέχρι την 4η θέση της κανονικής περιόδου. Δίπλα του ο Μέλβιν Τσίτουμ, ήταν εξίσου θεαματικός και πρόσφερε ανάλογο θέαμα. Στην Ελλάδα ήρθε το 1991 όταν ο αείμνηστος Μάκης Δενδρινός έψαχνε ένα σουίγκμαν για τη Δάφνη. Συνήθως ο Μάκης διάλεγε καλούς παίκτες, λόγω της καλής επαφής του με την αμερικάνικη αγορά και ούτε στην περίπτωση Τσίτουμ έπεσε έξω. Στην πρώτη του χρονιά στο ελληνικό πρωτάθλημα έχει μέσο όρο 25.1π και 11.3 ριμπάουντ. Είναι πέμπτος σκόρερ πίσω από Πάσπαλι (Ολυμπιακός), Ίνγκραμ (Ηρακλής) Χάμιλτον (Σπόρτιγκ), Χάρισον (Παγκράτι) και με τις εμφανίσεις του μετακομίζει στην Ισπανία και τη Μούρθια. Το 1993 επιστρέφει στην χώρα μας και παίζει για τη Λάρισα του Βαγγέλη Αλεξανδρή. Πριν από τον Μάξεϊ, μετακομίζει πρώτος στο Περιστέρι (το 1994) όπου μένει δυο χρόνια και έχει μέσο όρο 15.3π και 8.6 ριμπάουντ, κάνοντας εξαιρετικά παιχνίδια.
Δείτε φάσεις από ένα εξ αυτών. Περιστέρι-Άρης 71-64 (ο Άρης με Ορτίθ-Σάκλεφορντο) σε γήπεδο που δεν έπεφτε καρφίτσα (ωραίες εποχές)!
Ο αξεπέραστος Αλφόνσο
Το Περιστέρι συνέχιζε να πρωταγωνιστεί στην Ελλάδα, να παίρνει ευρωπαϊκές εμπειρίες στο Κύπελλο Κόρατς και το 1997, αναλαμβάνει (σαν έτοιμος από καιρό) την τεχνική ηγεσία της ομάδας, ο Αργύρης Πεδουλάκης. Δυο χρόνια αργότερα, την πόρτα του “Ανδρέας Παπανδρέου” περνάει ένας παίκτης που δεν έχασε ποτέ την επαφή του με το καλάθι και το αστραφτερό χαμόγελο! Το όνομά του, Αλφόνσο Φορντ.
Μια ξεχωριστή ιστορία , ένας σκόρερ που δύσκολα ξαναβγαίνει και ακόμη πιο δύσκολα θα ξαναδούμε στην Ευρώπη.
Ο Φορντ στα 18 του χρόνια, κάνει θραύση σαν πρωτοετής στο Μισισίπι Βάλεϊ Στέιτ. Σκοράρει κατά μέσο όρο 29.9π και αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ στο NCAA. Έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του πανεπιστημιακού πρωταθλήματος που είχε πάνω από 25 πόντους και στις τέσσερις κολεγιακές του χρονιές. Το ΝΒΑ δεν εκτιμά ιδιαίτερα το ταλέντο του. Θα επιλεγεί στο δεύτερο γύρο του ντραφτ (νο 32) και θα παίξει έξι ματς με τους Σιάτλ Σουπερσόνικς και πέντε με τους Σίξερς. Σε ένα αγώνα με τους Μπουλς, προλαβαίνει να δείξει τι μπορεί να κάνει στο γήπεδο.
Το καλοκαίρι του 1995 είναι έτοιμος να μετακομίσει στην Ευρώπη, φορώντας τη φανέλα της ισπανικής Χουέσκα. Με μ.ο 25.1π, δεν καταφέρνει να … σώσει την ομάδα του, θεωρείται ένας καλός σκόρερ για μικρές ομάδες και κάπως έτσι ο Κώστας Μίσσας βρίσκει τον πρώτο αριθμό του λαχείου για τον Παπάγου της σεζόν 1996-97. Με τους “στρατηγούς” ο Φορντ κάνει πράγματα και θαύματα (23.9π, 5.1ρ, 3ασ) δημιουργώντας προσωπικό φαν-κλαμπ. Οι μερακλήδες του μπάσκετ, θυσίαζαν πολλά απογεύματα στο μικροσκοπικό γήπεδο του Παπάγου, για να δουν τον φοβερό και τρομερό Αλ να … ίπταται και να σκοράρει γενικώς. Τα ίδια έκανε και στην επόμενη ομάδα του, τον Σπόρτιγκ στον οποίο μεταπήδησε το 1998. (22.7π, 6.7ρ, 2.1ασ). Είχε μεσολαβήσει ένας χρόνος μακριά από το γήπεδο, εξ αιτίας της σπάνιας ασθένειας στο αίμα που τον χτυπάει ξαφνικά. Οι πόνοι στην πλάτη, τον στέλνουν στο γιατρό που στις εξετάσεις του Αλ, διαπιστώνει ότι ο αθλητής κινδυνεύει άμεσα να χάσει τη ζωή του!
Η θεραπεία στην οποία υποβάλλεται έχει αποτελέσματα και το 1999 ο προικισμένος σκόρερ βρίσκεται ξανά στην Ελλάδα, αυτή τη φορά για λογαριασμό του Περιστερίου. Ξαναβρίσκει αμέσως τη φόρμα του, τελειώνει τη σεζόν έχοντας 22.7π, 4.2 ρ και 3ασ, δικαιώνοντας στο έπακρο τον Πεδουλάκη για την επιλογή του. Η επόμενη χρονιά είναι … σκέτη απογείωση. Δίπλα του ο “Άρτζι” ρίχνει τον εγκεφαλικό Μπάιρον Ντίνκινς (το 1996 μήλον της έριδος ανάμεσα σε Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό), στο Περιστέρι καταφτάνουν ο Δανός Άντερσεν και (δανεικός από τον Ολυμπιακό) ο Αλέξης Ζεβροσένκο, παίρνουν χρόνο οι Παπαμακάριος-Πελεκάνος τα “νέα παιδιά” της ομάδας ενώ ο Κώστας Τσαρτσαρής δίνει άλλη διάσταση (και ποιότητα) στη θέση “4”. Το Περιστέρι κάνει και εντυπωσιακή πορεία στην Ευρώπη, καθώς εκμεταλλεύεται την “διάσπαση” και … τρυπώνει στην Ευρωλίγκα 2000-01, την πρώτη της σύγχρονης εποχής. Η πρεμιέρα στη Μαδρίτη είναι μια αποκάλυψη. Και για το Περιστέρι και για τον Φορντ. Ο ΓΣΠ θριαμβεύει επί της Εστουντιάντες με 71-66 και ο Αλ σταματάει … στους 35 με εξωφρενικά νούμερα: 7/11δ, 5/9τρ, 6/7β, 3ρ, 4ασ, 3κλ! Το ματς είναι παράσταση για ένα ρόλο
O Φορντ κάνει θραύση σε Ελλάδα (24.1π, 4.3ρ, 2.8ασ) όπου το Περιστέρι κατακτάει τη 2η θέση στην κανονική περίοδο και Ευρώπη (26π, 4.1ρ, 2.7). Θα ακολουθήσουν ο Ολυμπιακός, η Σιένα και το ξαφνικό τέλος, με τον θάνατό του στις 4 Σεπτεμβρίου του 2004. Ήταν μόλις 33 ετών.
Ο άνθρωπος που πήρε το νο 10 από τον Αλφόνσο, ήταν ο Άνταμ Βόιτσικ. Ο Πολωνός έκανε μια σπουδαία χρονιά (2002-03) έχοντας 20.9π στην Ελλάδα και 18.4 στην Ευρωλίγκα. Άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία μόλις 47 ετών, πέρσι τον Αύγουστο).
Ένας ακόμη σπουδαίος παίκτης θα “ανατείλει” από το Περιστέρι της σεζόν 2002-04. Ο Πεδουλάκης δίνει την ευκαιρία σε ένα σχετικά άγνωστο φόργουορντ, από το κολέγιο Ροκ Άιλαντ, που δοκίμασε χωρίς επιτυχία σε 4 ομάδες του ΝΒΑ καθώς ένας τραυματισμός αποκάλυψε και μια ασθένεια που ευνοούσε θρομβώσεις στα κάτω-άκρα! Είναι ο Πιτ Μάικλ, που αφού σώζεται από την εγχείριση στην οποία υποβάλλεται, πάει για ένα χρόνο στην Ασία και αποφασίζει να δεχθεί την πρόταση του Περιστερίου.Στην Ελλάδα, όταν ήρθε, ήταν 26 ετών. Πολλοί θεωρούσαν ότι είναι χαμένη υπόθεση. Ο Μάικλ όμως άρπαξε την ευκαιρία και έφτασε (με την Μπαρτσελόνα) μέχρι την κορυφή της Ευρωλίγκας. Στην Α1 είχε 21.1π, 7.8ρ και 1.9 ασίστ, αφήνοντας τα διαπιστευτήρια ενός ολ-αράουντ παίκτη πολύ υψηλών προδιαγραφών.
Και τώρα Χάροου
Κάπως έτσι φτάνουμε στον … Ράιαν Χάροου. Ο ηγέτης της πρώτης ομάδας του Περιστερίου στην Μπάσκετ Λιγκ μετά από την επάνοδό του στα “σαλόνια” έχει πίσω του μια βαριά κληρονομιά. Μοιάζει έτοιμος να συνεχίσει την παράδοση. Δεν είναι πολύ μακριά από το να πετύχει καθώς
Τον διάλεξε ο Πεδουλάκης
-
Έχει ξαναπαίξει στην Ελλάδα (με το Ρέθυμνο πριν από δυο χρόνια)
-
Δείχνει να έχει προσαρμοστεί πλήρως στις απαιτήσεις της ομάδας του, που προελαύνει αήττητη στο πρωτάθλημα (5-0) μαζί με Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό.
Ο άνθρωπος που έπαιξε (για διάφορους λόγους) σε τρεις φημισμένες πανεπιστημιακές ομάδες (NC State, Kentucky και Georgia State) είναι η ατραξιόν στο ‘Ανδρέας Παπανδρέου’ το οποίο ξαναζεί τις ένδοξες μέρες του παρελθόντος. Ο Πεδουλάκης του έχει δώσει το ελεύθερο να … στήνει πικ εν ρολ, να πηγαίνει συνέχεια στο ένας εναντίον ενός και εκμεταλλεύεται όλους τους διαδρόμους. Όλα αυτά τον καθιστούν δεύτερο σκόρερ του πρωταθλήματος (16.2π) πίσω από τον Στιβ Μπαρτ Τζούνιορ, δεύτερο καλύτερο πασέρ (5.8) πίσω από τον Νικ Καλάθη και 3ο κορυφαίο σε αξιολόγηση (94) όπου τον ξεπερνάνε Μαυροειδής και Μιλουτίνοφ. Καθόλου άσχημα, θα λέγαμε…
[ad_2]
Source link